Ίσως το θέμα της παιδείας να αποτελεί ένα από τα ποιο πολυσυζητημένα θέματα της εποχής μας. Παρά το γεγονός όμως αυτό προσωπικά πιστεύω ότι η ουσία παραμένει ακόμη ανέγγιχτη. Γνωματεύσεις υπάρχουν πολλές μα ο… ασθενής δεν έχει βρει ακόμη την θεραπεία του. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι το γεγονός ότι πάντοτε η κεντρική εξουσία είναι μακριά από το πρόβλημα. Μην έχοντας λοιπόν τον έλεγχο το σύστημα παράκμασε και έφτασε μάλλον σε σημείο να μην υφίσταται πλέον.
Όπως λοιπόν γίνετε στα προηγμένα κράτη η παιδεία αποτελεί ένα άκρως αποκεντρωμένο θεσμό που ελέγχετε από τις τοπικές κοινωνίες – δήμους. Ίσως αυτό αποτελεί την καλύτερη λύση και για εμάς. Ποιος ξέρει καλύτερα από τις τοπικές κοινωνίες τις ανάγκες ενός σχολείου ή ενός συγκροτήματος σχολείων από την τοπική δημοτική αρχή.
Η διαχείριση των οικονομικών για παράδειγμα είναι αρμοδιότητα των σχολικών επιτροπών. Επίσης η γενικότερη εύρυθμη λειτουργία του σχολείου αποτελεί αρμοδιότητα του συμβουλίου γονέων και κηδεμόνων. Ακόμη ποιος καταλληλότερος από την ίδια τοπική κοινωνία για την κρίση και επιλογή των δασκάλων και καθηγητών ενός σχολείου. Τέλος οι κτιριακές ανάγκες αποτελούν και αυτές ένα κομμάτι του συνόλου που πρέπει να ελέγχεται από την ευρύτερη τοπική αυτοδιοίκηση. Η λειτουργία των Καποδιστριακών δήμων που μπορούν πλέον να διαχειρίζονται περισσότερα χρήματα είναι μια πολύ καλή «μαγιά» για το παραπάνω.
Κλείνοντας την ενότητα αυτή της υποδομής, δηλαδή των σχολείων σε υλικοτεχνική υποδομή και προσωπικό, πιστεύω ότι αυτό που πρέπει να κάνει το κεντρικό κράτος είναι να αποκεντρώσει ριζικά τα θέματα διαχείρισης των υποδομών των σχολείων. Να δώσει επίσης υποχρεωτικό χαρακτήρα στην λειτουργία του συμβουλίου γονέων και κηδεμόνων με διοικητικό συμβούλιο που θα εκλέγεται και δεν θα διορίζεται. Επίσης πρέπει ο ροή των κονδυλίων να κατευθύνεται απ’ ευθείας στους δήμους και όχι μέσω ενδιαμέσων σταθμών όπως γίνεται μέχρι τώρα.
Όσον αφορά την διδακτέα ύλη, αυτή πρέπει να αποδεσμευτεί από ένα και μόνο βιβλίο. Ο μαθητής πρέπει να αλληλεπιδρά με την γνώση να ψάχνει για διαφορετικές πηγές και αποκτά έτσι κριτική ικανότητα. Η παπαγαλία καταργήθηκε αλλά παρόλα αυτά υπάρχει μόνο ένα βιβλίο που αποτελεί την διδακτέα ύλη. Γι’ αυτό υπάρχουν και τα φροντιστήρια… γιατί υπάρχει ένα βιβλίο για κάθε μάθημα.
Αν όμως υπήρχε σχολική βιβλιοθήκη (υποδομές) ικανή να υποστηρίξει τους μαθητές στον τομέα αυτό, και το μάθημα θα γινόταν υπό την μορφή εργασιών από πηγές που ο κάθε μαθητής θα επέλεγε. ‘Έτσι το φροντιστήριο, αν μη τι άλλο… θα είχε μικρότερο ρόλο. Καταλήγοντας, πιστεύω ότι η εκμάθηση μετά από την πέμπτη – έκτη δημοτικού θα έπρεπε να γίνεται υπό την μορφή εργασιών. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι οι μαθητές έχουν την καλύτερη δυνατή πρόσβαση σε πληροφορίες και γνωστικές πηγές που χρειάζονται.
Το κεντρικό κράτος θα μπορούσε να είναι αυτό που θα δίνει το γενικό ύφος των παρερχόμενων θεμάτων των εργασιών χωρίς να επεμβαίνει περαιτέρω στην αξιολόγησή τους, αρμοδιότητα των καθηγητών φυσικά. Επίσης σημαντικός ο ρόλος του στο να παρέχει το οικονομικό υπόβαθρο στην ανάπτυξη των τοπικών βιβλιοθηκών αλλά και την παροχή της πληροφορίας και με άλλα μέσα ηλεκτρονικά ή μη.
Η είσοδος των μαθητών στα πανεπιστήμια να γίνετε βάση της συνολικής τους απόδοσης στα χρόνια του γυμνασίου και του λυκείου. Η απόδοση αυτή θα κρίνεται και από την απόδοσή τους στις εργασίες αλλά και στην κατά περιόδους αξιολόγηση των εργασιών από ελεγκτές του υπουργείου.
Εν κατακλείδι πιστεύω ότι αυτό που μπορεί να σώσει πραγματικά την παιδεία είναι η αποκέντρωση και η απεξάρτηση από την καθεστωτική διδαχή ενός και μόνο βιβλίου, μίας και μόνο άποψης που μπορεί είναι πιστεύω ο λόγος ύπαρξης των «παράσιτων» που ακούν στο όνομα φροντιστήρια.
Στο παρόν άρθρο (που είναι πραγματικά μεγάλο και μάλλον κουραστικό) δεν αναφέρθηκα στον τρόπο ελέγχου των δασκάλων και καθηγητών. Αν μου δοθεί η ευκαιρία θα το κάνω αργότερα εδώ και στο άνεμοι και ύδατα
Όπως λοιπόν γίνετε στα προηγμένα κράτη η παιδεία αποτελεί ένα άκρως αποκεντρωμένο θεσμό που ελέγχετε από τις τοπικές κοινωνίες – δήμους. Ίσως αυτό αποτελεί την καλύτερη λύση και για εμάς. Ποιος ξέρει καλύτερα από τις τοπικές κοινωνίες τις ανάγκες ενός σχολείου ή ενός συγκροτήματος σχολείων από την τοπική δημοτική αρχή.
Η διαχείριση των οικονομικών για παράδειγμα είναι αρμοδιότητα των σχολικών επιτροπών. Επίσης η γενικότερη εύρυθμη λειτουργία του σχολείου αποτελεί αρμοδιότητα του συμβουλίου γονέων και κηδεμόνων. Ακόμη ποιος καταλληλότερος από την ίδια τοπική κοινωνία για την κρίση και επιλογή των δασκάλων και καθηγητών ενός σχολείου. Τέλος οι κτιριακές ανάγκες αποτελούν και αυτές ένα κομμάτι του συνόλου που πρέπει να ελέγχεται από την ευρύτερη τοπική αυτοδιοίκηση. Η λειτουργία των Καποδιστριακών δήμων που μπορούν πλέον να διαχειρίζονται περισσότερα χρήματα είναι μια πολύ καλή «μαγιά» για το παραπάνω.
Κλείνοντας την ενότητα αυτή της υποδομής, δηλαδή των σχολείων σε υλικοτεχνική υποδομή και προσωπικό, πιστεύω ότι αυτό που πρέπει να κάνει το κεντρικό κράτος είναι να αποκεντρώσει ριζικά τα θέματα διαχείρισης των υποδομών των σχολείων. Να δώσει επίσης υποχρεωτικό χαρακτήρα στην λειτουργία του συμβουλίου γονέων και κηδεμόνων με διοικητικό συμβούλιο που θα εκλέγεται και δεν θα διορίζεται. Επίσης πρέπει ο ροή των κονδυλίων να κατευθύνεται απ’ ευθείας στους δήμους και όχι μέσω ενδιαμέσων σταθμών όπως γίνεται μέχρι τώρα.
Όσον αφορά την διδακτέα ύλη, αυτή πρέπει να αποδεσμευτεί από ένα και μόνο βιβλίο. Ο μαθητής πρέπει να αλληλεπιδρά με την γνώση να ψάχνει για διαφορετικές πηγές και αποκτά έτσι κριτική ικανότητα. Η παπαγαλία καταργήθηκε αλλά παρόλα αυτά υπάρχει μόνο ένα βιβλίο που αποτελεί την διδακτέα ύλη. Γι’ αυτό υπάρχουν και τα φροντιστήρια… γιατί υπάρχει ένα βιβλίο για κάθε μάθημα.
Αν όμως υπήρχε σχολική βιβλιοθήκη (υποδομές) ικανή να υποστηρίξει τους μαθητές στον τομέα αυτό, και το μάθημα θα γινόταν υπό την μορφή εργασιών από πηγές που ο κάθε μαθητής θα επέλεγε. ‘Έτσι το φροντιστήριο, αν μη τι άλλο… θα είχε μικρότερο ρόλο. Καταλήγοντας, πιστεύω ότι η εκμάθηση μετά από την πέμπτη – έκτη δημοτικού θα έπρεπε να γίνεται υπό την μορφή εργασιών. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι οι μαθητές έχουν την καλύτερη δυνατή πρόσβαση σε πληροφορίες και γνωστικές πηγές που χρειάζονται.
Το κεντρικό κράτος θα μπορούσε να είναι αυτό που θα δίνει το γενικό ύφος των παρερχόμενων θεμάτων των εργασιών χωρίς να επεμβαίνει περαιτέρω στην αξιολόγησή τους, αρμοδιότητα των καθηγητών φυσικά. Επίσης σημαντικός ο ρόλος του στο να παρέχει το οικονομικό υπόβαθρο στην ανάπτυξη των τοπικών βιβλιοθηκών αλλά και την παροχή της πληροφορίας και με άλλα μέσα ηλεκτρονικά ή μη.
Η είσοδος των μαθητών στα πανεπιστήμια να γίνετε βάση της συνολικής τους απόδοσης στα χρόνια του γυμνασίου και του λυκείου. Η απόδοση αυτή θα κρίνεται και από την απόδοσή τους στις εργασίες αλλά και στην κατά περιόδους αξιολόγηση των εργασιών από ελεγκτές του υπουργείου.
Εν κατακλείδι πιστεύω ότι αυτό που μπορεί να σώσει πραγματικά την παιδεία είναι η αποκέντρωση και η απεξάρτηση από την καθεστωτική διδαχή ενός και μόνο βιβλίου, μίας και μόνο άποψης που μπορεί είναι πιστεύω ο λόγος ύπαρξης των «παράσιτων» που ακούν στο όνομα φροντιστήρια.
Στο παρόν άρθρο (που είναι πραγματικά μεγάλο και μάλλον κουραστικό) δεν αναφέρθηκα στον τρόπο ελέγχου των δασκάλων και καθηγητών. Αν μου δοθεί η ευκαιρία θα το κάνω αργότερα εδώ και στο άνεμοι και ύδατα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου